ΑρχικήΧάρτης ιστότοπουΕπικοινωνία ΕλληνικάEnglish

Ιστορία Αρχαίας Τανάγρας                                                                                                                                                                            

Η Τανάγρα θεωρούνταν στην αρχαιότητα η πιο σημαντική Βοιωτική πόλη. Ο Παυσανίας την περιλαμβάνει στις περιηγήσεις του (9.20.3), τοποθετώντας τη στις πλαγιές του Κηρύκειου Όρους. Η τοποθεσία βρίσκεται 35km βόρεια της Αθήνας στο νοτιοανατολικό τμήμα της Βοιωτίας και συγκεκριμένα στο νοτιοανατολική πλαγιά της κορυφογραμμής που ονομάστηκε Ταναγραίο Όρος. Ο Ασωπός ποταμός που στην αρχαιότητα χώριζε την Αττική από την Βοιωτία ρέει νοτιοανατολικά. Επίσης στο νότιο άκρο της πόλης ένα μικρότερο ύψωμα περιλαμβάνεται εντός των τειχών. Όλη η πόλη είναι χτισμένη σε αναβαθμίδες (πεζούλες) με υψομετρικές διαφορές που φθάνουν τα 80 μέτρα προς τον Βορρά. Τα τείχη δε, εκτείνονται σε ακανόνιστη τροχιά στη πεδιάδα.



       

Τα τείχη είναι χτισμένα έτσι ώστε να καλύπτουν τις γεωγραφικές απαιτήσεις. Στερούνται ορθών γωνιών και μακρών ευθέων τμημάτων στα ορεινά σε αντίθεση με τα πεδινά βόρεια τμήματα. Υπάρχει κατασκευαστική ένδειξη για αρκετούς πύργους κατά μήκος των τειχών και ένα ς μεγάλος προμαχώνας στην νοτιοδυτική πλευρά που αντικρίζει την Θήβα. Στην νοτιοανατολική πλευρά προς την Αθήνα είναι ορατή μόνο μία μικρή έξοδος. Υπάρχουν και άλλες που βλέπουν σε δρόμους που οδηγούν στη Θήβα και το Δήλιο (έξοδος προς τη θάλασσα). Λεωφόροι πιθανόν αναπτύσσονται από ανατολή σε δύση και οδοί βόρεια νότια. Αυτό εξασφαλίζεται και από μη εύρεση ερειπίων τειχών στα μέρη αυτά. Ο 5ος αιώνας έφερε αθηναϊκή εχθρότητα και η Τανάγρα χρησιμοποιήθηκε ως πεδίο μάχης μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης το 457 π.Χ. Οι Αθηναίοι κατεδάφισαν τα τείχη, αφήνοντας την πόλη σε δυστυχία μέχρι τις αρχές του 4ου αιώνα, όπου νέα τείχη υψώνονται με τη βοήθεια της Σπάρτης, μαζί με την κατασκευή θεάτρου. Η Ελληνιστική περίοδος ήταν εποχή ειρήνης και υγιούς ανάπτυξης που οδήγησε στην δημιουργία τέμπλου αφιερωμένο στην Δήμητρα και στη Κόρη, καθώς και στις Ταναγραίες φιγούρες. Η ευημερία συνεχίστηκε μέχρι τον 2ο π.χ. αιώνα π.χ. όπου παρατηρείται η πορεία προς τον μαρασμό.


Πηγή: Καναδικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθήνα

 

-------Τανάγρα (2η προσέγγιση)----------------------------------------------------------------------------------------
Από το 2000 μια ομάδα Ολλανδών, Ελλήνων και Σλοβένων ερευνητών και φοιτητών διεξάγουν επιφανειακή έρευνα στην αρχαία πόλη της Τανάγρας και στα περίχωρα υπό τη διεύθυνση του Καθηγητή John Bintliff. Η έρευνα συμπεριλαμβάνει εργασία εντός και εκτός πεδίου όπως επίσης και γεωφυσική έρευνα. Ειδικοί μελετούν τα κεραμικά που βρέθηκαν κατά τις επιφανειακές έρευνες. Στόχος του προγράμματος είναι να ανακατασκευάσει την ιστορική εξέλιξη της κατοίκησης της πόλης και τις σχέσεις με την άμεση ύπαιθρο. Η έρευνα επίσης προσφέρει σημαντικές πληροφορίες για την διατήρηση και διαχείριση της Τανάγρας και άλλων αρχαιολογικών χώρων της Βοιωτίας. Η Τανάγρα φαίνεται ότι κατοικήθηκε πρωταρχικά κατά την Νεολιθική Περίοδο από μια μικρή ομάδα αγροτών και υπάρχουν αποδείξεις για παρόμοιους μικρούς οικισμούς μέχρι την Εποχή του Χαλκού. Η πόλη της Τανάγρας αναγνωρίζεται αρχικά κατά την διάρκεια της Ύστερης Γεωμετρικής και Πρώιμης Αρχαϊκής περιόδου (περίπου 700π.Χ) αν και το μέγεθος της πόλης κατά την περίοδο αυτή δεν είναι γνωστό. Στους κλασικούς χρόνους η πόλη της Τανάγρας ήταν μεγάλη και πλούσια. Στους πρώτους Ρωμαϊκούς χρόνους υπήρξε μείωση πληθυσμού σε όλη την νότια Ελλάδα και είναι πολύ πιθανόν να μειώθηκε ο πληθυσμός και το μέγεθος της Τανάγρας όπως έγινε και με άλλες πόλεις της περιοχής. Ωστόσο κατά τους όψιμους Ρωμαϊκούς χρόνους η πόλη αναπτύχθηκε εκ νέου και τα περισσότερα από τα επιφανειακά ευρήματα προέρχονται από αυτήν την περίοδο. Κατά την περίοδο αυτή εξάλλου επισκευάστηκαν οι κλασικές οχυρώσεις, ως αντίδραση στις επιδρομές βαρβάρων που έπλητταν την Ελλάδα. Μετά την όψιμη Ρωμαϊκή περίοδο η πόλη δεν κατοικήθηκε πλέον εκτεταμένα ενώ για την Βυζαντινή περίοδο υπάρχουν αποδείξεις μόνο για σκόρπια αγροκτήματα. Κατά την Μέση Οθωμανική περίοδο υπήρχε ένας μικρός οικισμός στην ακρόπολη που αποτελείτο από τέσσερις οικίες μεγάλου μήκους. Οι αποδείξεις για την ύπαιθρο αντιστοιχούν με αυτές της πόλης, με μεγάλη ανάπτυξη κατοίκησης στους Αρχαϊκούς και Κλασικούς χρόνους, μείωση στους ύστερους Ελληνιστικούς και Πρώιμους Ρωμαϊκούς χρόνους και άνθιση ξανά κατά την ύστερη Ρωμαϊκή περίοδο. Το ερευνητικό πρόγραμμα βοήθησε να κατανοήσουμε καλύτερα το σύστημα της γεωργικής καλλιέργειας του περιβάλλοντος χώρου των αρχαίων πόλεων. Η πυκνότητα των επονομαζόμενων .......offsite..... κεραμικών , στρώματα θραυσμάτων σε μικρότερη πυκνότητα από ότι υλικά που προέρχονται από παλαιότερους οικισμούς, αλλά αρκετά ενδεικτικά ενός μείζονος σχήματος ανθρώπινης δραστηριότητας, είναι υψηλότατη γύρω από τις άκρες της αρχαίας πόλης. Καθώς απομακρυνόμαστε από την πόλη η πυκνότητα σταδιακά μειώνεται και μετά από 2 χιλιόμετρα τα κεραμικά έχουν σχεδόν εξαφανιστεί. Μια εξήγηση για το φαινόμενο αυτό μπορεί να βρεθεί στο πρόγραμμα της λίπανσης που χρησιμοποιούσαν οι πόλεις και κατά το οποίο ο αστικός πληθυσμός αποθήκευε τα σκουπίδια του για ανακύκλωση στους αγρούς, ώστε να γίνουν εύφορα τα κτήματά του. Ενώ τα οργανικά στοιχεία έχουν εξαφανιστεί εδώ και καιρό, αυτό που έχει μείνει είναι ένα παχύ στρώμα σπασμένων κεραμικών. Αυτό το σύστημα λίπανσης πρέπει ακόμη να χρονολογηθεί για την Τανάγρα αλλά η αρχαία πόλη Θεσπιαί παρουσίασε ένα παρόμοιο φαινόμενο που μπορεί να χρονολογηθεί στην Κλασική περίοδο σύμφωνα με την εξάπλωση του πληθυσμού και το μέγεθος της πόλης.

-------Τανάγρα--Ποιμανδρία--Γραία------------------------------------------------------------------------------------

Ταναγραική ή Ταναγραία λεγόταν η περιοχή που υπαγόταν στην Τανάγρα. Οι πόλεις που την αποτελούσαν ήσαν οι εξής:

Τανάγρα. - Οι Ταναγραίοι θεωρούσαν πρώτον οικιστή της Τανάγρας τον Ποίμανδρο, τον γιο του Χαιρεσίαλαου που, με τη σειρά του, ήταν γιος του Ιάσιου και εγγονός του Ελευθήρα. Ο Ελευθήρας ήταν γιος του Απόλλωνα και της Αίθουσας, κόρης του Ποσειδώνα. Με άλλα λόγια ο Ποίμανδρος ήταν απόγονος δύο θεών, του Απόλλωνα και του Ποσειδώνα. Αφού νυμφεύτηκε τη Τανάγρα, την κόρη του Ασωπού, έδωσε το όνομα της συζύγου του στη πόλη, η οποία έτσι ονομάστηκε Τανάγρα, ενώ έφερε από εκείνον το όνομα Ποιμανδρία.
Ο Όμηρος όμως αναφέρει στον κατάλογό του την Τανάγρα με το όνομα Γραία.
Θέσπειαν Γραίαν τε και ευρύχωρον Μυκαλησσόν(Ιλιάδα Β', [498])
Φαίνεται ότι τότε η Τανάγρα λεγόταν κατά συγκοπήν Γραία. Σύμφωνα με τον Παυσανία (9.20.2), η ονομασία αυτή οφείλεται στο ότι η Τανάγρα έφθασε σε πολύ μεγάλη ηλικία και λεγόταν από τους κατοίκους Γραία, όνομα που με τον καιρό πήρε η πόλη. Φαίνεται όμως ότι η Τανάγρα δεν άργησε να αποκτήσει πάλι το παλιό της όνομα και με αυτό αναφέρεται από όλους τους συγγραφείς.
Η Τανάγρα βρισκόταν στη βόρεια όχθη του Ασωπού, πάνω σε ένα λόφο με λευκή και αργιλώδη επιφάνεια, στο σημείο όπου εκβάλλει στον Ασωπό το ποταμάκι Θερμόδωνας(Λάρι). Συνεπώς βρισκόταν στις όχθες 2 ποταμών. Η πόλη ήταν τειχισμένη. Ερείπια του εξωτερικού τείχους βλέπουμε δίπλα στο ρεύμα του Ασωπού και του εσωτερικού τείχους γύρω από τα ερείπια της αρχαίας πόλης σώζονται ακόμη. Νοτιοδυτικά από τη πόλη βρισκόταν το Κηρύκειο όρος, όπου λέγεται ότι γεννήθηκε ο Ερμής, και ένας τόπος που λεγόταν Πόλος και όπου καθόταν ο Άτλαντας για να ρυθμίσει τα υπόγεια και τα ουράνια ζητήματα(9.20.30).
Σχετικά με αυτό λέει ο Όμηρος:
Άτλαντος θύγατηρ ολοόφρονος, ος τε θαλάσσης πάσης βένθεα οίδεν, έχει δε τε κίονας αυτός μακράς, αι γαίάν τε και ουράνόν αμφίς έχουσι.
Στην Τανάγρα, όταν την επισκέφτηκε ο Παυσανίας, υπήρχαν τα επόμενα ιερά μνημεία: Μνήμα του Ωρίωνα, ενός άντρα με εξαιρετική δύναμη και ομορφιά, σπουδαίου κυνηγού και ερωμένου της Ηούς, ο οποίος σκοτώθηκε από την Αρτέμιδα, αλλά ούτε και στον Άδη έπαψε να αγαπά το κυνήγι. Ναός του Διόνυσου και αξιοθέατο άγαλμά του από παριανό μάρμαρο, έργο του Καλαμίδα, και δίπλα σε αυτό ένας ακέφαλος Τρίτωνας. Ναός της Θέμιδας κοντά στο ναό του Διόνυσου. Κοντά στον προηγούμενο ναός της Αφροδίτης, του Απόλλωνα και της Λητούς. Κοντά στον τελευταίο δύο ιερά του Ερμή, του κριοφόρου και του προμάχου. Ο κριοφόρος Ερμής απεικονιζόταν με ένα άγαλμα που έφερε ένα κριάρι πάνω στους ώμους, επειδή ο Ερμής είχε αποτρέψει από την πόλη μια λοιμώδη νόσο περιφέροντας γύρω από το τείχος ένα κριάρι. Όταν τελούσαν τη γιορτή αυτού του Ερμή, ένας έφηβος Ταναγραίος, ο ωραιότερος της πόλης, περιφερόταν εν κύκλω το τείχος έχων άρνα επί των ώμων(Παυσανίας 9.22.1).
Τον πρόμαχο Ερμή τον τιμούσαν με ιερό και άγαλμα επειδή κάποτε μάζεψε τους έφηβους Ταναγραίους, όταν ήταν και ο ίδιος ακόμη έφηβος, και απέκρουσε νικηφόρα μια επιδρομή των Ερετριέων ενάντια στη πατρίδα του τη Τανάγρα. Μέσα στο ιερό του Πρόμαχου ήταν και το υπόλοιπο από την γλυστρίδα που έτρωγε ο Ερμής, μια και πίστευαν ότι στην Τανάγρα τρεφόταν με γλυστρίδες. Όχι μακριά από εκεί, ήταν το θέατρο και, κοντά σε αυτό, στοά.
Σε κεντρικό σημείο της πόλης υπήρχε το μνήμα της ποιήτριας Κόριννας. Στο γυμνάσιο υπήρχε και εικόνα που την παρίστανε να έχει τυλιγμένες στο κεφάλι της δυο ταινίες, βραβείο της νίκης της εναντίον του Πίνδαρου στο τραγούδι.
Ο Παυσανίας που τα είδε αυτά στην Τανάγρα, λέει ότι η Κόριννα - όπως έδειχνε η εικόνα της- ήταν η ωραιότερη από τις τότε γυναίκες. Επαινούσε μάλιστα τον τρόπο με τον οποίο οι Ταναγραίοι είχαν διατάξει τα ιερά τους, λέγοντας ότι από όλους τους Έλληνες οι Ταναγραίοι είχαν κανονίσει καλύτερα τα των θεών επειδή είχαν χτίσει τους ναούς τους ψηλότερα από την πόλη, εν τόπω καθαρώ και εκτός ανθρώπων.(Πλούταρχος 9.22.2).
Έξω από την πόλη υπήρχε το τέμενος του Αχιλλέα και, σε έναν άγνωστο χώρο, το ηρώο του Εύνοστου, γιου του Ελιέα και της Σκιάδας. Επειδή ο ήρωας Εύνοστος ανατράφηκε από τη νύφη Εύνοστη, πήρε από εκείνη το όνομά του. Ζούσε με σωφροσύνη και εγκράτεια και δεν ανταποκρινόταν στον έρωτα της κόρης του Κολωνού Όχνας, η οποία, για να τον εκδικηθεί, κατήγγειλε στους αδερφούς της ότι εκείνος αποπειράθηκε να τη βιάσει. Τα αδέρφια της οργίστηκαν, έστησαν ενέδρα στον νεαρό Εύνοστο και τον σκότωσαν. Όταν όμως αποδείχθηκε η αθωότητά του, η Όχνα αυτοκτόνησε και τα αδέρφια της καταδικάστηκαν να ζουν αιώνια κυνηγημένοι. Τιμώντας την αρετή του Εύνοστου, του έστησαν ηρώο και το περιέβαλαν με άλσος. Το τέμενος αυτό έμενε άβατο και απροσπέλαστο για τις γυναίκες. Μάλιστα, όταν είχαν σεισμούς, ανυδρία και θεομηνίες, οι Ταναγραίοι απορούσαν και αναζητούσαν μήπως κάποια γυναίκα είχε ξεφύγει από την προσοχή των φυλάκων και είχε πλησιάσει το άλσος. Πίστευαν επίσης ότι επιφανείς άντρες είχαν συναντήσει τον Εύνοστο να πηγαίνει προς τη θάλασσα για να πλυθεί επειδή κάποια γυναίκα είχε μπει στο τέμενός του (Πλούταρχος: Αίτια Ελληνικά).
Η Τανάγρα δεν ήταν πλούσια σε δημητριακά, αλλά το κρασί της ήταν το καλύτερο της Βοιωτίας, ενώ οι κάτοικοί της ήσαν λαμπροί στη συμπεριφορά τους, λιτοί στη ζωή, όλοι γεωργοί και όχι εργάτες, δίκαιοι, πιστοί, φιλόξενοι, γενναιόδωροι και ξένοι προς κάθε είδους άδικη πλεονεξία. Η Τανάγρα ήταν από όλες τις πόλεις της Βοιωτίας η πιο ασφαλής για να μείνει ξένος. Ο δρόμος ανάμεσα στην Τανάγρα και τον Ωρωπό περνούσε μέσα από έναν ελαιόφυτο και δεντροστολισμένο τόπο και ήταν εντελώς απαλλαγμένος από τον κίνδυνο των ληστών. Έτσι εκφράζεται για την Τανάγρα ο Δικαίαρχος, ο οποίος την επισκέφτηκε γύρω στα 325 π.Χ.
Η Τανάγρα αποτελούσε έναν από τους 4 μεγάλους παράγοντες της βοιωτικής ομοσπονδίας, και μάλιστα τον πιο πιστό, εφόσον και οι Θεσπιές και ο Ορχομενός αποσκίρτησαν περισσότερες από μία φορά, ενώ η Τανάγρα και η Θήβα συνεργάζονταν πάντοτε και αποτελούσαν τα 2 σταθερά θεμέλιά της.
Η Τανάγρα πήρε μέρος στον Τρωικό πόλεμο με το όνομα Γραία. Στους περσικούς χρόνους είχε την τύχη της υπόλοιπης Βοιωτίας. Οι μάχες της Τανάγρας το 457 π.Χ. και του Δηλίου την έκαναν ιστορική.
Τον 3ο αιώνα π.Χ. άκμασε στη Τανάγρα ο διάσημος γιατρός Βακχείος, ο οποίος εξέδωσε πολλά έργα του Ιπποκράτη και συνέγραψε πολλές πρωτότυπες μελέτες.
Οι πολυτιμότερες από αυτές τις μελέτες ήσαν: Η σφυγμών επιτομή και Περί ρυθμού, τον οποίο ορίζει ως κίνησιν εν χρόνοις τάξιν έχουσιν.
Επί ρωμαιοκρατίας η Τανάγρα θεωρείτο σύμμαχος της Ρώμης και ήταν ελεύθερη. Τα αυτοκρατορικά νομίσματα, τα οποία φτάνουν μέχρι την εποχή του Τραιανού και φέρουν τον τύπο Τα ή Τανα ή Ταναγραίων, δείχνουν την εύνοια που έδειχναν οι Ρωμαίοι στη Τανάγρα.
Η πόλη της Τανάγρας έγινε περίφημη και ονομαστή για την ασύγκριτη πλαστική της τέχνη. Στα εργοστάσιά της τεχνουργούνταν τα θαυμάσια εκείνα πήλινα αγαλματίδια που είναι κοινώς γνωστά ως κόρες της Τανάγρας και διαφέρουν ως προς το μέγεθος και τη τεχνοτροπία. Προέχουν εκείνα της κλασσικής εποχής ως προς τη σύλληψη της παράστασης και την εκτέλεση. Η αμφίεση, η κόμμωση και, γενικά, η θαυμάσια στάση και η καλλιτεχνική κατασκευή τους προκαλούν θαυμασμό σ' όσους τα βλέπουν, και δίχνουν μια εικόνα για τον υψηλό βαθμό της τέχνης και για τον υπέροχο πολιτισμό των αρχαίων Ταναγραίων. Όλα τα μουσεία του πολιτισμένου κόσμου φιλοξενούν σε τιμητική θέση τις ταναγραίες κόρες, οι οποίες σεμνές και σιωπηλές διαφημίζουν την πατροπαράδοτη ευπρέπεια με τον καλύτερο τρόπο.
Δεν γνωρίζουμε πότε παράκμασε και εγκαταλείφθηκε η Τανάγρα. Θεωρείται βέβαιο ότι γλύτωσε από τους λοιμούς του 6ου και του 8ου αιώνα μ.Χ., οι οποίοι εξολόθρευσαν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της Ελλάδας. Δεν επηρεάστηκε επίσης από τις επιδρομές του βούλγαρου Σαμουήλ και του Δελεάνου, οι οποίες έτσι και αλλιώς είχαν τη μορφή καταιγίδας και πέρασαν χωρίς να αφήσουν ανεξίτηλα ίχνη στη διάβασή τους. Ούτε την εποχή της Φραγκοκρατίας υπήρχε κάποιος λόγος για να εγκαταλειφθεί η Τανάγρα, εφόσον όλα μας διαβεβαιώνουν για την ευδαιμονία του δουκάτου. Αλήθεια είναι βέβαια ότι οι Τούρκοι λεηλάτησαν κατά τα έτη 1324 - 1363 την αντικρινή στην Τανάγρα Εύβοια και ότι πήραν τους περισσότερους κατοίκους της ως δούλους, ενώ το 1363 μάλιστα κατέλαβαν και λεηλάτησαν και τη Θήβα. Όμως οι επιδρομές αυτές ήσαν εντελώς παροδικές και δεν φαίνεται πιθανό να εκφόβισαν τους Ταναγραίους τόσο, ώστε να εγκαταλείψουν την πόλη τους.
Θεωρούμε βέβαιο ότι η Τανάγρα άρχισε να φθίνει από την επόμενη μέρα της κατάληψης της Βοιωτίας από τους Τούρκους.
Οι κάτοικοί της άρχισαν τότε να στρέφονται προς τα ορεινά χωριά της γειτονικής περιφέρειας, και ιδίως στα Δερβενοχώρια, τα οποία απολάμβαναν αυτονομία, και φορολογική ατέλεια.
Στην εγκατάλειψη της πόλης δεν συντέλεσε μόνο η δήμευση της κτηματικής περιουσίας από τους Τούρκους και η ληστοπειρατεία, η οποία γινόταν μέσω της Ευβοικής Θάλασσας, αλλά περισσότερο απ' όλα η ελονοσία, την οποία μάλιστα θα έφεραν από την Ασία οι Τούρκοι. Θεωρώ ότι η ελονοσία ήταν το σπουδαιότερο, αν όχι το μόνο, αίτιο για την εγκατάλειψη της Τανάγρας, επειδή παρατηρώ ότι, εκτός από αυτή τη πόλη που βρίσκεται ανάμεσα σε 2 ποτάμια, εγκαταλείφθηκαν και άλλες πόλεις της Βοιωτίας που ήσαν κοντά σε ποτάμια ή βαλτοτόπια, γνωστότερες από τις οποίες είναι οι Θεσπιές, οι Πλαταιές, ο Ορχομενός, οι Κώπες, η Αλίαρτος και η Κορώνεια.
Κοντά στην Τανάγρα υπήρχαν 4 κωμοπόλεις ή χωριά, τα οποία αποτελούσαν γύρω από την Τανάγρα την λεγόμενη τετρακώμην ή τετράπολιν.
- Φαρές ή Φερές. Η πόλη αυτή βρισκόταν μια ώρα δυτικά από την Τανάγρα, κοντά στο σημερινό Βράτσι, στους βόρειους πρόποδες ενός βουνού, στην κορυφή του οποίου σώζεται η ακρόπολή της. Ήταν μια από τις πιο αξιόλογες πόλεις της Ταναγραικής και κατείχε τη 2η θέση μετά τη Τανάγρα.
- Μυκαλησσός. Αυτή βρισκόταν στα ανατολικά του δρόμου από τη Θήβα για τη Xαλκίδα, κοντά στη Ριτσώνα, όπου συναντά κανείς σήμερα τα ερείπιά της, στα νότια του Μεσσαπίου όρους, κοντά στη κορυφή του οποίου σώζονται ακόμη ερείπια της Ακρόπολης. Στη Μυκαλησσό υπήρχε ναός της Δήμητρας και άγαλμα της θεάς, μπροστά στα πόδια της οποίας διατηρούνταν θελερά όλα τα προιόντα της γης που προσφέρονταν σε αυτή.
- Aρμα. Η κωμόπολη αυτή βρισκόταν πάνω στο δρόμο από τη Θήβα για τη Χαλκίδα. Οι Ταναγραίοι πίστευαν ότι εκεί άνοιξε η γη και βυθίστηκε ο Αμφιάραος και όχι κοντά στη Θήβα, όπως υποστήριζαν οι Θηβαίοι.
- Ελεώνας. Τα ερείπια που σώζονται κοντά στο χωριό Δρίτσα θεωρούνται πως ανήκουν στον Ελεώνα, γι'αυτό και ο σιδηροδρομικός σταθμός πήρε το όνομά του. Εμείς πιστεύουμε ότι το όνομα αυτής της κωμόπολης δεν ήταν Ελεώνας αλλά Ελέων. Αν ήταν Ελεώνας και παραγόταν από τη λέξη έλος, όπως πολλοί πιστεύουν σήμερα, θα έπαιρνε δασεία.
Ούτε βρισκόταν κοντά στο χωριό Δρίτσα, όπου μάλλον θα ήταν το Άρμα. Γιατί, αν βρισκόταν στο σημείο εκείνο, τότε ο Παυσανίας, ο οποίος πέρασε από εκεί, καθώς πήγαινε στη Τανάγρα και τη Χαλκίδα, θα αναφερόταν στον Ελεώνα όπως κάνει στη περίπτωση της Τευμησσού, του Γλίσαντα, του Άρματος και της Μυκαλησσού, δηλαδή στη περίπτωση όλων των πόλεων που βρισκόταν στο δρόμο που ακολούθησε. Δεν υπήρχε ποτέ Ελεώνας, αλλά Ελέων, ο οποίος βρισκόταν στα νότια της Τανάγρας, ανάμεσα σ' αυτήν, στη Λιάτανη και το Κλειδί, εκεί όπου βρίσκονται τα ερείπιά του στη θέση Καστρί.
Για τον Ελέωνα κάνει λόγο ο Πλούταρχος: Πόθεν εν τη Βοιωτία περί τον Ελέωνα ποταμός Σκάμανδρος ωνομάσθη; Και λέει μετά απαντώντας ο ίδιος: Δηίμαχος ο Ελέωνος υιός, εταίρος ων Ηρακλέους, μετέσχε της επί Τροίαν στρατείας. Εκεί σκοτώθηκε πάνω στη μάχη. Με τον θάνατό του, η ερωμένη του Γλαυκία, κόρη του Σκάμανδρου, η οποία είχε μείνει έγκυος από τη σχέση της με τον Δηίμαχο, κινδύνευσε να χαθεί. Από λύπη και για να μη χαθεί το γένος του Δηίμαχου, ο Ηρακλής την πήρε στα πλοία του, όπου εκείνη γέννησε γιο. Όταν έφθασαν στη Βοιωτία την παρέδωσε στον Ελέωνα. Το παιδί ονομάστηκε Σκάμανδρος και έγινε βασιλιάς της χώρας. Από αυτήν μετονομάστηκε το παρακείμενο ποτάμι από Ιναχος σε Σκάμανδρο , ενώ το κοντινό του ρέμα πήρα το όνομα της Γλαυκίας και η γειτονική κρήνη ονομάστηκε Ακίδουσα από τη σύζυγό του.(Πλούταρχος. Αίτια Ελληνικά, Στέφανος 301).
Ο Σκάμανδρος φαίνεται να είναι ο χείμαρος ανάμεσα στη Λιάτανη και το Κλειδί, ο οποίος οδηγεί στον Ασωπό τα νερά που κατεβαίνουν από τα γύρω βουνά (Μπιθσιάκουλη), ενώ Γλαυκία το ρέμα κοντά στο Καστρί και Ακίδουσα η γειτονική πηγή του.
- Δήλιον. Ανατολικά της Τανάγρας, στον Ευβοικό κόλπο, βρίσκεται το Δήλιο, το οποίο ήταν το επίνειό της. Σ' αυτή τη πολίχνη υπήρχαν αγάλματα της Λητούς και της Αρτέμιδος και ναός του Απόλλωνα, ο οποίος χτίστηκε σε απομίμηση εκείνου της Δήλου. Το Δήλιο έγινε περίφημο για τη μεγάλη μάχη που συνάφθηκε εκεί ανάμεσα σε Αθηναίους και Βοιωτούς το 424 π.Χ.
- Οινόφυτα. Στην αριστερή όχθη του Ασωπού, ανατολικά από την Τανάγρα, βρισκόταν αυτή η πολίχνη, η οποία έγινε γνωστή από τη μάχη που έγινε εκεί το 457 π.Χ. ανάμεσα σε Αθηναίους και Βοιωτούς.
- Yρια. Σύμφωνα με τον Στράβωνα, ο οικισμός αυτός βρισκόταν κοντά στην Αυλίδα. Ονομάστηκε έτσι από τον πρώτο οικιστή της, τον Υριέα, και ήταν κτίσμα των Μηνύων και πατρίδα του Ωρίωνα. Αρχικά υπαγόταν στη Θηβαίδα και έπειτα στη Ταναγραική.
- Ειλέσιο. Αυτό το πόλισμα το μνημονεύει ο Όμηρος στον κατάλογο των πλοίων λέγοντας: οι τ' αμφ' Άρμ' ενέμοντο Ειλέσιον και Ερυθράς.(Ιλιάδα Β' 499). Φέρεται ότι δεν βρισκόταν μακριά από τη Τανάγρα.
- Αυλίδα. Η πετρήεσσα Αυλίδα βρισκόταν στα νότια του Ευρίπου και των 2 λιμανιών, του μεγάλου και του μικρού, πάνω σε έναν πετρώδη λόφο. Το όνομά της το πήρε από τη θυγατέρα του Ωγύγη. Φαίνεται ότι τα 2 λιμάνια ενώνονταν σε ένα όταν η θάλασσα εισχωρούσε στο νοτιοδυτικό μέρος τους και σχημάτιζε έτσι μια νησίδα.
Πηγή: Ιστορία των Θηβών. Τσεβά Γεωργίου.

     

1999-2017, Ομάδα Ανάδειξης Αγίου Θωμά, Επικοινωνία agios