agios thomas tanagras

- Ιστορία

 

Πατήστε στο Menu και κατόπιν επιλέξτε τη σελίδα που επιθυμείτε

Προέλευση Ονομασίας

Πίσω στον χρόνο έχει παρατηρηθεί ανθρώπινη δραστηριότητα στην εδαφική περιφέρεια που εδράζεται σήμερα ο Άγιος Θωμάς. Ονομασίες όπως Γκίνοσι, γκίνος, Μαυρομάτι, Κελμεντί, Λιάτανη πιθανολογείται ότι φιλοξένησαν πληθυσμούς

- Λιάτανη(η πρότερη ονομασία του οικισμού): Χωρίς να είναι τεκμηριωμένο, λέγεται ότι ο πρώτος κάτοικος της περιοχής ήταν κάποιος Λιάττης μεγαλοτσιφλικάς. Η περιοχή αυτή βρίσκεται λίγο πιο πάνω από τον σημερινό οικισμό και ονομαζόταν :'παλιοκαντούντι' στα αρβανίτικα. Κατούνες ή κατούντ νοούνται τόποι περιοδικής κατασκήνωσης των αρβανιτών για εργασία σε μεγάλες ιδιοκτησίες. Μετά την οθωμανική κατάκτηση το αρβανίτικο κατούντ έλαβε μόνιμο χαρακτήρα και παρουσιάζεται ως τοπωνύμιο με όνομα από τον αρχηγό της αρβανίτικης φάρας(σπόρος - γέννος). Εκεί στηρίζεται και η ανθρωπονυμική εκδοχή του ονόματος: τσιφλίκι του Λιατάνη.
- Μια 2η εκδοχή υποστηρίζει ότι προέρχεται από την έκφραση 'Λιαϊτα νι' (έφαγα έναν) που έλεγαν το 1821 όσοι πολεμούσαν και κατόρθωναν να εξοντώσουν έναν Τούρκο. - Επί Τουρκοκρατίας όπου αρβανιτάδες, Λιάπηδες κατέλαβαν την περιοχή, το χωριό πήρε νέο όνομα, Λιάτανη (Λιάπηδες, - Λιάπανη - Λιάτανη)
- Το όνομα Μαυρομάτι, επικαλείται ο γεροντότερος του χωριού το 1968, Γεώργιος Σύρμας, 90 ετών, στην καταγραφή της Φιλολόγου Ευτυχίας Σύρμα. Τούτο ίσως αληθεύει από το γεγονός ότι το χωριό είναι πνιγμένο στις ελιές.
Πηγή: Λαογραφική Συλλογή Πανεπιστημίου Αθηνών To όνομα Μαυρομάτι αναφέρεται και στο βιβλίο του Συνταγματάρχη William Martin Leake: Travels in Northern Greece, κατά την περιήγησή του στη περιοχή το 1806.
δείτε το κείμενο Όμοια ο έπαρχος Θηβών Ν. Καρόρης στην αναφορά του: 'Έκθεσις περιστατική, αφορώσα το κατά μήνα Απρίλιον των 1830', σχετικά με τη διαμάχη με τους τούρκους για τα κτήματα, στις 19 Ιουνίου 1833, καταγράφει το όνομα Λιάτανι ή Μαυρομάτι, χωριό της Λειβαδιάς.(Η Λιάτανη τότε υπαγόταν στη δικαιοδοσία της επαρχίας Λειβαδιάς).
Πηγή: Ανέκδοτα έγγραφα αφορώντα εις την οριστικήν απελευθέρωσιν της Ανατολικής χέρσου Ελλάδος. Ηλία Παπαθανασόπουλου.

Η περιοχή στην π.Χ. εποχή

Η κυρίαρχη πόλη της περιοχής στους αρχαίους χρόνους θεωρείται η Τανάγρα γύρω από την οποία αναπτύχθηκε η τετράπολη. Ένα δίκτυο τεσσάρων οικισμών : Φαρές, Μυκαλησσός, Άρμα και Ελέωνας. Για τον Ελέωνα σήμερα αρκετοί θεωρούν ότι η περιοχή ευρίσκεται στη Θήβα και συγκεκριμένα στh Τοπική Κοινότηταα του Ελεώνα. Αυτό αμφισβητείται γιατί αν ήταν Ελεώνας και παραγόταν από τη λέξη έλος, όπως πολλοί πιστεύουν σήμερα, θα έπαιρνε δασεία. αλλά και ο Παυσανίας, ο οποίος πέρασε από εκεί, καθώς πήγαινε στη Τανάγρα και τη Χαλκίδα, θα αναφερόταν στον Ελεώνα όπως κάνει στη περίπτωση της Τευμησσού, του Γλίσαντα, του Άρματος και της Μυκαλησσού, δηλαδή στη περίπτωση όλων των πόλεων που βρισκόταν στο δρόμο που ακολούθησε. Τούτο οδηγεί στη μη ύπαρξη Ελεώνα, αλλά Ελέωνα, ο οποίος βρισκόταν στα νότια της Τανάγρας, ανάμεσα σ' αυτήν, στη Λιάτανη και το Κλειδί, εκεί όπου βρίσκονται τα ερείπιά του στη θέση Καστρί.
Για τον Ελέωνα κάνει λόγο ο Πλούταρχος: Πόθεν εν τη Βοιωτία περί τον Ελέωνα ποταμός Σκάμανδρος ωνομάσθη; Και λέει μετά απαντώντας ο ίδιος: Διήμαχος ο Ελέωνος υιός, εταίρος ων Ηρακλέους, μετέσχε της επί Τροίαν στρατείας.
Ο Διήμαχος σκοτώθηκε στη μάχη. Με τον θάνατό του, η ερωμένη του Γλαυκία, κόρη του Σκάμανδρου, η οποία είχε μείνει έγκυος από τη σχέση της με τον Δηίμαχο, κινδύνευσε να χαθεί. Από λύπη και για να μη χαθεί το γένος του Δηίμαχου, ο Ηρακλής την πήρε στα πλοία του, όπου εκείνη γέννησε γιο. Όταν έφθασαν στη Βοιωτία την παρέδωσε στον Ελέωνα. Το παιδί ονομάστηκε Σκάμανδρος και έγινε βασιλιάς της χώρας. Από αυτόν μετονομάστηκε το παρακείμενο ποτάμι από Ίναχος σε Σκάμανδρο , ενώ το κοντινό του ρέμα πήρε το όνομα της Γλαυκίας και η γειτονική κρήνη ονομάστηκε Ακίδουσα από τη σύζυγό του.(Πλούταρχος. Αίτια Ελληνικά, Στέφανος 301).
Ο Σκάμανδρος φαίνεται να είναι ο χείμαρρος ανάμεσα στη Λιάτανη(Αγιος Θωμάς) και το Κλειδί, ο οποίος οδηγεί στον Ασωπό τα νερά που κατεβαίνουν από τα γύρω βουνά (Μπιθσιάκουλη), ενώ Γλαυκία το ρέμα κοντά στο Καστρί και Ακίδουσα η γειτονική πηγή του.

Κορμός Δαιδαλικού Αγάλματος, Β΄μισό 6ου αιώνα π.Χ. που βρέθηκε στην εδαφική περιφέρεια της Λιάτανης (Παρέχεται από το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων)

12ος αιώνας μ.Χ.

Τον 12ο αιώνα εκλέγεται στον μητροπολιτικό θρόνο των Θηβών ο Ιωάννης Καλοκτένης από την Κωνσταντινούπολη. Άνθρωπος ευσεβής και δραστήριος. Υπηρέτησε το λαό με σύνεση. Εκτός από τα έργα που προωθησε στην πόλη των Θηβών, έργα δικά του θεωρούνται και αρκετά γεφύρια του Ασωπού, όπως αυτό που είναι γνωστό ως γέφυρα του μητροπολίτη, αλλά και αυτό που υπήρχε στη πεδιάδα της αρχαίας Τανάγρας και απέναντι από το εξωκλήσι του Αγίου Θωμά. Κατά άλλους η κατασκευή του ανάγεται στην τουρκοκρατία και συγκεκριμένα το 1750. Το τρίτοξο αυτό γεφύρι καλύφθηκεε στη δεκαετία του 80, από νεότερη κατασκευή. Τμήμα του γεφυριού αυτού απεικονίζεται στη παρακάτω φωτογραφία του 1951.

Βυζαντινοί χρόνοι - Φραγγοκρατία - Οθωμανική Περίοδος

Στην ευρύτερη περιοχή της Τανάγρας παρατηρείται σημαντικός αριθμός οικισμών και χρήση γης την εποχή αυτή. 3 χλμ. νοτιανατολικά του σημερινού χωριού εντοπίζεται οικισμός με την ονομασία Γκινοσάτι(σημερινή περιοχή Γκίνοσι). Ο οικισμός αναφέρεται σε οθωμανικά κιτάπια. Στην ακμή του, περί το 1506, είχε περίπου 35 οικογένειες. Πηγή: The Rise and Decline of Turkish Boeotia, 15th-19th Century. Kiel Machiel. 1997.

O Αθνανάσιος Βιώνης στο πόνημά του: Η αρχαιολογία των Οθωμανικών χωριών στη Κεντρική Ελλάδα Μεταμεσαιωνική Βοιωτία: Κεραμεική, Κατοικία και καθημερινή ζωή. καταγράφει μεταξύ άλλων: Το Γκινοσάτι ή Κήπος / Κίνος Μπάλα (Guinosati or Kipos/Kinos Bala) αναγράφεται στα φορολογικά στοιχεία των ετών 1466, 1506, 1521, 1540, 1570, 1646.
Το εγκαταλελειμμένο αγρόκτημα Γκινοσάτι αναγνωρίζεται ως κατεστραμμένους οικισμός Γκίνοσι στον χάρτη της Ελλάδος 1852 και ο οικισμός Κήπος ή Κήπος Μπάλα στις Οθωμανικές απογραφές Το αγρόκτημα Γκινοσάτι
Το Γκινοσάτι , 6,5 χλμ νοτιοανατολικά της Τανάγρας ανακαλύφθηκε το 2002 και ερευνήθηκε το 2003 από το πρόγραμμα Αρχαίες Πόλεις της Βοιωτίας. Ο οικισμός καταγράφεται ως αλβανική κατούνα katun στα οθωμανικά φορολογικά κιτάπια από το 1466-1570 και το 1646. όπου έχει συρρικνωθεί σε τρία νοικοκυριά (15-20 άτομα). Εκτιμάται ότι ο μέγιστος πληθυσμός του ανήλθε στους 160 - 180 κατοίκους σε 34 νοικοκυριά.
Η τοποθεσία έχει μια ελαφριά κλίση σε μια υψίπεδη εύφορη κοιλάδα που περιβάλλεται από ήπιες κορυφές που χρησιμοποιούνται ως βοσκοτόπια και για σπορά σιτηρών. Η εκτιμώμενη έκταση υπολογίζεται σε 30 στρέμματα. Αναγνωρίστηκαν και καταγράφηκαν απομεινάρια 7 μακρόστενων κατοικιών, ενώ συγκέντρωση χαλικιών σε διάφορες θέσεις που ίσως ανήκουν σε σε 12 κατοικήσιμες οικείες, πιθανόν αντιπροσωπεύουν την τελευταία κατοίκηση του οικισμού.
Ναός δεν αναγνωρίσθηκε ανάμεσα στις κατεστραμμένες κατασκευές, αλλά υποδείχτηκε από τους κατοίκους της Λιάτανης 40 μ βόρεια, βορειοδυτικά του οικισμού. Τα απομεινάρια των οικιών ακολουθούν τη κλίση σε ευθυγράμμιση βορειοανατολικά - νοτιοδυτικά. Οι διαστάσεις των κατοικιών, 50 τ.μ.(5- 6 μ Χ 9=10 μ.) περίπου είναι μικρές συγκρινόμενες με άλλα τσιφλίκια της οθωμανικής περιόδου στην Κεντρική Ελλάδα. Δεν διαθέτουν εσωτερικά χωρίσματα, εκτός από ένα (Νο 7), όπου χωρίζεται με πέτρινο τοίχο δημιουργώντας δωμάτιο 19 τ.μ. (από 47,5 συνολικά), ενώ η πρόσβαση στον προθάλαμο γίνεται εσωτερικά της κατασκευής. Πιθανώς πρόκειται για στάβλο. Δεν έχει διασωθεί καμία είσοδος, πλην του Νο 7 το κατώφλι,
Όμοια στη περιοχή του Αγίου Δημητρίου όπου και το ομώνυμο εξωκλήσι με πινακίδα ανακαίνισης το 1856, φαίνεται από μελέτη κεραμικής επιφανείας, ότι υπήρχε οικισμός έκτασης περίπου 2.5 εκταρίων τους μεσοβυζαντινούς χρόνους και την πρώιμη Φραγκοκρατία. Ο ναός πιθανόν να είναι κτισμένος σε θεμέλια μεσοβυζαντινής εκκλησίας. Στην θέση αυτή ανακαλύφθηκε νόμισμα του Λέοντος ΣΤ' του σοφού(886 - 912 μ.Χ.).

Η Λιάτανη στην Τουρκοκρατία

Επί Τουρκοκρατίας, όπως όλα τα ελληνικά χωριά, έτσι και η Λιάτανη πολέμησε κατά του κατακτητού, στο πλευρό του καπετάνιου Αθανασίου Σκουρτανιώτου. Ο Αθανάσιος Σκουρτανιώτης γεννήθηκε στα Σκούρτα(Δερβενοχώρια) το 1793. Τα Δερβενοχώρια είχαν μικρή αυτονομία και διατηρούσαν μικρό σώμα μαχίμων ανδρών με αρχηγό τον Α. Σκουρτανιώτη κατά το διάστημα του ξεσηκωμού των Ραγιάδων. Πολλές φορές νίκησε τους Τούρκους της περιοχής. Το όνομά του ήταν ο φόβος των Τουρκαλάδων. Το αληθινό του επώνυμο ήταν Γάτσης και πασίγνωστος ως Καπετάν Θανάσης. Στο πλευρό του πολέμησαν και οι παρακάτω Λιαταναίοι:

- Iωάννης Κιόκες ή Κιόκιος (1803-1858), αξιωματικός του Σκουρτανιώτου τιμώμενος από την πατρίδα με το παράσημο του αγώνος και του σταυρού του Σωτήρος. Συμμετείχε τον Νοέμβριο του 1826, στις περιφερειακές συγκρούσεις, στη μάχη της Αράχωβας, υπό τον Αρχιστράτηγο Γεώργιο Καραισκάκη. Πέθανε στη Λιάτανη με το βαθμό ανωτέρου αξιωματικού της φάλαγγας. Με το βασιλικό διάταγμα της 20ης Μαίου 1838 του χορηγήθηκε ο βαθμός του Ανθυπολοχαγού ως ανταμοιβή για τον αγώνα του υπέρ της ανεξαρτησίας και για τη προσφορά του κατά τη διάρκεια συμπλοκής και σύλληψης ληστοσυμμορίας στο Αρκουδοπούρνι Φθιώτιδας. Στην εξέταση των φακέλων των Αγωνιστών της Βοιωτίας αναφέρεται από τον Παναγιώτη Καρλή από τη Δαύλεια ότι διοικούσε λόχο το έτος 1836 υπό τον Β. Μαυροβουνιώτη και Γιάννη Κλίμακα. Επίσης ο Κώτσιος Μιχ. Μπαρμπας από το Σχηματάρι (Χλεμποτσάρι 24 Μαρτίου 1865) αναφέρει ότι τότε ο Γιάννης Κιόκιες έφερε τον βαθμό του ταγματάρχη της Φάλαγγας. Ο Εμμανουήλ Πρωτοψάλτης, στην επιμέλεια του έργου: Ημερολόγιον, εξ αγνώστου και το πρώτον νυν εκδιδομένου χειρογράφου του Νικολάου Κασομούλη καταγράφει τις παραπάνω ημερομηνίες γέννησης και θανάτου, καθώς και ότι μετά την επανάσταση, κατετάχθη στον τακτικό στρατό, όπου προήχθη μέχρι το βαθμό του ταγματάρχου.
Σε επιστολή του Κλήμακα προς τον Μαυροβουνιώτη στις 19 Ιουνίου 1844 (δημοσιεύεται πιο κάτω στο χρονολόγιο) μαθαίνουμε πως προσβλήθηκε από κακοήθη πυρετό και έχει περριέλθει σε δύσκολη κατάσταση η υγεία του.
παρακάτω απεικονίζεται το σπαθί του καπετάνιου με αξιόλογα αραβουργήματα. Πιθανόν να προέρχεται από λαφυραγώγηση. Ευγενική χορηγία:Αθανασίου Λουκά Γεωργιάδου

- Ιωάννης Κουμπίτσας Αξιωματικός στο σώμα του Αθανασίου Σκουρτσνιώτου. Ξακουστός για την φρόνηση και γενναιότητα του. Κατά τη στάση του Τζαμάλα Παπακώστα το 1848, υπηρετούσε υπό τις διαταγές του Γρίβα Γαρδικιώτη. Σκοτώθηκε στο Παλαιόκαστρο Φθιώτιδας σε σύγκρουση ανάμεσα σε κυβερνητικά στρατεύματα και στασιαστές. Δεν αναγράφεται στα μητρώα αγωνιστών του 1821.

Προβολη Εκδοσης Ιστού